περικνημίδα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- περικνημίδα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
περικνημίδα θηλυκό
- σκληρό προστατευτικό κνήμης
- σωλήνας - ένδυμα κνήμης (ιατρικό, αθλητικό, για το κρύο κτλ.)
περικνημίδα θηλυκό