Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πεδίο θέασης < → δείτε τις λέξεις πεδίο και θέαση

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

πεδίο θέασης ουδέτερο

  1. (αστρονομία): ο τομέας παρατήρησης ουρανίων αντικειμένων ή φαινομένων
  2. (στρατιωτικός όρος, ναυτικός όρος) ο τομέας παρατήρησης οπτικών οργάνων που αποδίδεται σε μοίρες π.χ. περισκοπίου,
  3. το ορατό πεδίο

Αντώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία