Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

παρφέ < γαλλική parfait

  Ουσιαστικό επεξεργασία

παρφέ ουδέτερο άκλιτο

  • τύπος παγωτού

  Μεταφράσεις επεξεργασία