• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

παροδικά

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Επίρρημα
      • 1.3.1 Μεταφράσεις
    • 1.4 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία

παροδικά < παροδικ(ός) + -ά

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pa.ɾo.ðiˈka/
τυπογραφικός συλλαβισμός : πα‐ρο‐δι‐κά

Επίρρημα

επεξεργασία

παροδικά και παροδικώς

  1. με μικρή διάρκεια, που περνάει γρήγορα
    ≈ συνώνυμα: προσωρινά

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    παροδικά
  • αγγλικά : transiently (en)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

παροδικά

  • ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του παροδικό, ουδέτερο του παροδικός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=παροδικά&oldid=6638078"
Τελευταία επεξεργασία στις 7 Μαρτίου 2024, στις 20:49

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 7 Μαρτίου 2024, στις 20:49.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας