Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

Πτώση Ενικός Πληθυντικός
Ονομαστική παρεμπίπτων παρεμπίπτουσα παρεμπιπτον παρεμπίπτοντες παρεμπίπτουσαι παρεμπίπτοντα
Γενική παρεμπίπτοντος παρεμπιπτούσης παρεμπίπτοντος παρεμπιπτόντων παρεμπιπτουσῶν παρεμπιπτόντων
Δοτική παρεμπίπτοντι παρεμπιπτούσῃ παρεμπίπτοντι παρεμπίπτουσι παρεμπιπτούσαις παρεμπίπτουσι
Αιτιατική παρεμπίπτοντα παρεμπίπτουσαν παρεμπιπτον παρεμπίπτοντας παρεμπιπτούσας παρεμπίπτοντα
Κλητική παρεμπίπτων παρεμπίπτουσα παρεμπιπτον παρεμπίπτοντες παρεμπίπτουσαι παρεμπίπτοντα
Πτώσεις Δυικός
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική παρεμπίπτοντε παρεμπιπτούσα παρεμπίπτοντε
Γενική-Δοτική παρεμπιπτόντοιν παρεμπιπτούσαιν παρεμπιπτόντοιν

  Μετοχή επεξεργασία

παρεμπίπτων