παραψυχολογικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- παραψυχολογικός < παραψυχολογία + -ικός
Επίθετο
επεξεργασίαπαραψυχολογικός
- που έχει σχέση με την παραψυχολογία ή αναφέρεται σ’ αυτή
Μεταφράσεις
επεξεργασία παραψυχολογικός
παραψυχολογικός