↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο παραφιλολογικός η παραφιλολογική το παραφιλολογικό
      γενική του παραφιλολογικού της παραφιλολογικής του παραφιλολογικού
    αιτιατική τον παραφιλολογικό την παραφιλολογική το παραφιλολογικό
     κλητική παραφιλολογικέ παραφιλολογική παραφιλολογικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι παραφιλολογικοί οι παραφιλολογικές τα παραφιλολογικά
      γενική των παραφιλολογικών των παραφιλολογικών των παραφιλολογικών
    αιτιατική τους παραφιλολογικούς τις παραφιλολογικές τα παραφιλολογικά
     κλητική παραφιλολογικοί παραφιλολογικές παραφιλολογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
παραφιλολογικός < παραφιλολογ(ία) + -ικός

  Επίθετο

επεξεργασία

παραφιλολογικός, -ή, -ό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία