παραπληρωματικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παραπληρωματικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
παραπληρωματικός, -ή, -ό
- (γεωμετρία) για γωνίες των οποίων το άθροισμα είναι 180 μοίρες (άθροισμα δύο ορθών γωνιών)
- ο συμπληρωματικός
- ↪ η διάκριση των πολιτικών, ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων είναι παραπληρωματικού χαρακτήρα στις μεταξύ τους σχέσεις
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
παραπληρωματικός
|