παραδόξως
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παραδόξως < παράδοξος
Επίρρημα επεξεργασία
παραδόξως
- κατά παράδοξο τρόπο, για κάτι που φαίνεται παράδοξο
- Παραδόξως, σήμερα έχω καλή διάθεση.
Μεταφράσεις επεξεργασία
παραδόξως
παραδόξως