• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

παλαίστρια

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παλαίστρια οι παλαίστριες
      γενική της παλαίστριας των παλαιστριών
    αιτιατική την παλαίστρια τις παλαίστριες
     κλητική παλαίστρια παλαίστριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
παλαίστρια < παλαιστής + -τρια

Ουσιαστικό

επεξεργασία

παλαίστρια θηλυκό

  • (επάγγελμα) θηλυκό του παλαιστής

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    παλαίστρια
  • γαλλικά : lutteuse (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=παλαίστρια&oldid=5501271"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 07:02

Γλώσσες

    • English
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 07:02.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας