Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παιχνιδομάγαζο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
παιχνιδομάγαζ
ο
τα
παιχνιδομάγαζ
α
γενική
του
παιχνιδομάγαζ
ου
των
παιχνιδομάγαζ
ων
αιτιατική
το
παιχνιδομάγαζ
ο
τα
παιχνιδομάγαζ
α
κλητική
παιχνιδομάγαζ
ο
παιχνιδομάγαζ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
παιχνιδομάγαζο
<
παιχνίδ(ι)
+
-ο-
+
μαγαζ(ί)
+
-ο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
παιχνιδομάγαζο
ουδέτερο
μαγαζί
που πουλάει
παιχνίδια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παιχνιδομάγαζο