↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο παιδόκοσμος οι παιδόκοσμοι
      γενική του παιδόκοσμου των παιδόκοσμων
    αιτιατική τον παιδόκοσμο τους παιδόκοσμους
     κλητική παιδόκοσμε παιδόκοσμοι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
παιδόκοσμος < παιδό- + -κοσμος

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /peˈðo.ko.zmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: παι‐δό‐κο‐σμος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

παιδόκοσμος αρσενικό

  • (προφορικό) σύνολο παιδιών
    ※  Γεννήθηκε και επιτέλους πραγματώθηκε μετά από τέσσερις δεκαετίες το Μουσείο Παιδικού Παιχνιδιού και Βιβλίου Λήμνου που έχουμε τη χαρά να εγκαινιάσουμε σήμερα εδώ, στον γραφικό γιαλό της Νέας Μαδύτου, την προσφυγική γειτονιά που στάθηκε παραδοσιακά μία από τις πολύβουες σκηνές της Μύρινας, όπου ο ντόπιος παιδόκοσμος αναλώθηκε δημιουργικά ακονίζοντας την αγία παιδοσύνη του, την κοινή πατρίδα όλων των ανθρώπων απανταχού της Γης.
    Αναστασία Σπυριδάκη, Ένα Μουσείο Παιδικού Παιχνιδιού και Βιβλίου “γεννήθηκε” στη Λήμνο, ertnews.gr, 26 Ιουλίου 2021

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • παιδόκοσμοςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)