Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παιδομετρικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παιδομετρικ
ός
η
παιδομετρικ
ή
το
παιδομετρικ
ό
γενική
του
παιδομετρικ
ού
της
παιδομετρικ
ής
του
παιδομετρικ
ού
αιτιατική
τον
παιδομετρικ
ό
την
παιδομετρικ
ή
το
παιδομετρικ
ό
κλητική
παιδομετρικ
έ
παιδομετρικ
ή
παιδομετρικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παιδομετρικ
οί
οι
παιδομετρικ
ές
τα
παιδομετρικ
ά
γενική
των
παιδομετρικ
ών
των
παιδομετρικ
ών
των
παιδομετρικ
ών
αιτιατική
τους
παιδομετρικ
ούς
τις
παιδομετρικ
ές
τα
παιδομετρικ
ά
κλητική
παιδομετρικ
οί
παιδομετρικ
ές
παιδομετρικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
παιδομετρικός
<
παιδομετρία
Επίθετο
επεξεργασία
παιδομετρικός, -ή, -ό
σχετικός με την
παιδομετρία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παιδομετρικός