πάρκινσον
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πάρκινσον < από το όνομα του Άγγλου γιατρού James Parkinson (1755 – 1824)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπάρκινσον θηλυκό άκλιτο
- νόσος του κεντρικού νευρικού συστήματος που οφείλεται σε εκφυλισμό των νευρώνων του εγκεφάλου που παράγουν το νευροδιαβιβαστή ντοπαμίνη, με συνέπειες το χαρακτηριστικό τρέμουλο των χεριών, ακαμψία, βραδύτητα στην κίνηση και αστάθεια
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πάρκινσον