• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

οριστικά

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίρρημα
      • 1.2.1 Μεταφράσεις
    • 1.3 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

οριστικά < οριστικός

  ΕπίρρημαΕπεξεργασία

οριστικά

  • για πάντα, μόνιμα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    οριστικά
  • αγγλικά : definitively (en)
  • γαλλικά : définitivement (fr)
  • ουκρανικά : остаточно (uk)
  • ρουμανικά : definitiv (ro)

  Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία

οριστικά

  • οριστικό, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=οριστικά&oldid=4715675"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Αυγούστου 2020, στις 20:30

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Αυγούστου 2020, στις 20:30.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie