Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

οπισθόδρομα ασύμβατος < → δείτε τις λέξεις οπισθόδρομος και ασύμβατος

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

οπισθόδρομα ασύμβατος

  1. (τεχνολογία) η προς τα πίσω ασύμβατη, για συσκευή νεότερης κατασκευής που δεν μπορεί να εκτελέσει ισοδύναμα τις λειτουργίες παλαιότερης (μερικά ή ολικά)
    Για παράδειγμα ο ψηφιακός δέκτης τηλεόρασης που δεν είναι συμβατός με τον παλαιότερο αναλογικό
  2. (πληροφορική)(λογισμικό) το προς τα πίσω ασύμβατο, για λογισμικό νεότερης έκδοσης, με περισσότερες λειτουργίες, που δεν είναι ισοδύναμο με μια παλαιότερη έκδοσή του
    Για παράδειγμα πρόγραμμα που χρησιμοποιεί αρχεία με περισσότερες πληροφορίες και δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τα αρχεία παλαιότερης έκδοσής του

Αντώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία