Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

ονειρόχρονος < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ονειρόχρονος αρσενικό ή ονειροχρόνος

  Μεταφράσεις επεξεργασία