Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ολονύκτιος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Συγγενικά
1.2.4
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ολονύκτι
ος
η
ολονύκτι
α
το
ολονύκτι
ο
γενική
του
ολονύκτι
ου
της
ολονύκτι
ας
του
ολονύκτι
ου
αιτιατική
τον
ολονύκτι
ο
την
ολονύκτι
α
το
ολονύκτι
ο
κλητική
ολονύκτι
ε
ολονύκτι
α
ολονύκτι
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ολονύκτι
οι
οι
ολονύκτι
ες
τα
ολονύκτι
α
γενική
των
ολονύκτι
ων
των
ολονύκτι
ων
των
ολονύκτι
ων
αιτιατική
τους
ολονύκτι
ους
τις
ολονύκτι
ες
τα
ολονύκτι
α
κλητική
ολονύκτι
οι
ολονύκτι
ες
ολονύκτι
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ολονύκτιος
< (
ελληνιστική κοινή
)
ὁλονύκτιος
<
ὅλος
+
νύξ
Επίθετο
επεξεργασία
ολονύκτιος, -α, -ο
που κρατάει όλη τη
νύκτα
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ολονύχτιος
Αντώνυμα
επεξεργασία
ολοήμερος
Συγγενικά
επεξεργασία
ολονυκτία
ολονυκτίς
→
δείτε
τις λέξεις
όλος
και
νύχτα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ολονύκτιος
αγγλικά
:
night-long
(en)
,
all-night
(en)
γαλλικά
: de
toute
(fr)
la
nuit
(fr)
πολωνικά
:
całonocny
(pl)