• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ολοήμερος

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Αντώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική ολοήμερος ολοήμερη ολοήμερο
γενική ολοήμερου ολοήμερης ολοήμερου
αιτιατική ολοήμερο ολοήμερη ολοήμερο
κλητική ολοήμερε ολοήμερη ολοήμερο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική ολοήμεροι ολοήμερες ολοήμερα
γενική ολοήμερων ολοήμερων ολοήμερων
αιτιατική ολοήμερους ολοήμερες ολοήμερα
κλητική ολοήμεροι ολοήμερες ολοήμερα

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ολοήμερος < ελληνιστική κοινή ὁλοήμερος < ὅλος + ἡμέρα

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

ολοήμερος

  • που διαρκεί όλη τη μέρα

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • ολονύκτιος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ολοήμερος
  • αγγλικά : daylong (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ολοήμερος&oldid=3903170"
Τελευταία επεξεργασία στις 21 Μαΐου 2017, στις 21:45

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 21 Μαΐου 2017, στις 21:45.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie