ολιγαρχία
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ολιγαρχία < ολίγοι + άρχω
Κατά λέξη σημαίνει ότι εξουσιάζουν λίγοι σε σχέση με τους εξουσιαζόμενους.
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ολιγαρχία θηλυκό
- πολίτευμα στο οποίο εξουσιάζει μια συγκεκριμένη ομάδα ατόμων, που αποτελεί ένα μικρό μέρος των πολιτών.
ΣημειώσειςΕπεξεργασία
Κατά τον Αριστοτέλη η ολιγαρχία είναι παρέκβαση της αριστοκρατίας και όταν ο εξουσιάζων ή οι εξουσιάζοντες αποβλέπουν στο ίδιο συμφέρον του ενός ή των ολίγων ή των πολλών, [όχι στο κοινό συμφέρον] τότε έχουμε παρεκβάσεις από τα σωστά πολιτεύματα(πολιτεία): «ὅταν μὲν ὁ εἷς ἢ οἱ ὀλίγοι ἢ οἱ πολλοὶ πρὸς τὸ κοινὸν συμφέρον ἄρχωσι, ταύτας μὲν ὀρθὰς ἀναγκαῖον εἶναι τὰς πολιτείας, τὰς δὲ πρὸς τὸ ἴδιον ἢ τοῦ ἑνὸς ἢ τῶν ὀλίγων ἢ τοῦ πλήθους παρεκβάσεις..» Αριστοτέλης Γ΄ 1279a - 1279 26-28
- Ξενοφών, Λακεδαιμονίων Πολιτεία
- ολιγαρχία στη Βικιπαίδεια Λακεδαιμονίων Πολιτεία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
ολιγαρχία