Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ογλήγορος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ογλήγορ
ος
η
ογλήγορ
η
το
ογλήγορ
ο
γενική
του
ογλήγορ
ου
της
ογλήγορ
ης
του
ογλήγορ
ου
αιτιατική
τον
ογλήγορ
ο
την
ογλήγορ
η
το
ογλήγορ
ο
κλητική
ογλήγορ
ε
ογλήγορ
η
ογλήγορ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ογλήγορ
οι
οι
ογλήγορ
ες
τα
ογλήγορ
α
γενική
των
ογλήγορ
ων
των
ογλήγορ
ων
των
ογλήγορ
ων
αιτιατική
τους
ογλήγορ
ους
τις
ογλήγορ
ες
τα
ογλήγορ
α
κλητική
ογλήγορ
οι
ογλήγορ
ες
ογλήγορ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ογλήγορος
< ύστερη
μεσαιωνική ελληνική
(ἐ)γλήγορος <
αρχαία ελληνική
ἐγρήγορος
Επίθετο
επεξεργασία
ογλήγορος, -η, -ο
(
παρωχημένο
)
γρήγορος