ξεσκί
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ξεσκί ουδέτερο
- άκλιτο (αργκό) η έντονη συνουσία (από το ξέσκισμα)
- (ιδιωματικό)(προφορικό) το σακί (προέλευση: Επτάνησα)
Πηγές επεξεργασία
- (για τη 2η σημασία) παροιμία με λήμμα «σακκί», Κέντρον Ερεύνης Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών· πρόσβαση: 2019-09-19.