ξεριάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | ξεριάς | οι | ξεριάδες |
γενική | του | ξεριά | των | ξεριάδων |
αιτιατική | τον | ξεριά | τους | ξεριάδες |
κλητική | ξεριά | ξεριάδες | ||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ξεριάς < ξερός
Ουσιαστικό
επεξεργασίαξεριάς αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία ξεριάς
|