Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξαγρύπνησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
ξαγρύπνησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
ξαγρυπνώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
ξαγρυπνώ