νῆστις
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- νῆστις < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίανῆστις αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίανῆστις αρσενικό
- είδος λαίμαργου ψαριού
Ουσιαστικό
επεξεργασίανῆστις θηλυκό
- το τμήμα του λεπτού εντέρου από τον δωδεκαδάχτυλο μέχρι τον ειλεό