Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
νικοτινισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
νικοτινισμ
ός
οι
νικοτινισμ
οί
γενική
του
νικοτινισμ
ού
των
νικοτινισμ
ών
αιτιατική
τον
νικοτινισμ
ό
τους
νικοτινισμ
ούς
κλητική
νικοτινισμ
έ
νικοτινισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
νικοτινισμός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
νικοτινισμός
αρσενικό
συνώνυμο
του
νικοτινίαση