νατιβισμός
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- νατιβισμός < (λόγιο δάνειο) αγγλική nativism, (νεολογισμός) του τέλους του 20ού αιώνα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /na.ti.viˈzmos/
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
νατιβισμός αρσενικό
- (πολιτική) → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
- ↪ «Νατιβισμός είναι η ιδεολογία που υποστηρίζει ότι τα κράτη θα έπρεπε να κατοικούνται αποκλειστικά από μέλη της αυτόχθονης ομάδας («του έθνους») και ότι τα μη αυτόχθονα στοιχεία (πρόσωπα και ιδέες) απειλούν θεμελιωδώς την ομοιογένεια του έθνους-κράτους» (Cas Mudde, βλ. https://web.archive.org/web/20191122092444/http://metarithmisi.liberal.gr/post/%CF%83%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CE%B1-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%82/%CE%B3%CE%B9%CE%B1%CF%84%CE%AF-%CE%BF-%CE%BD%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%B2%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%8C%CF%87%CE%B9-%CE%BF-%CE%BB%CE%B1%CF%8A%CE%BA%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82, accessed 2019-11-28, βλ. επίσης https://en.wikipedia.org/wiki/Nativism_(politics))