Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νανοβιταμίνη οι νανοβιταμίνες
      γενική της νανοβιταμίνης των νανοβιταμινών
    αιτιατική τη νανοβιταμίνη τις νανοβιταμίνες
     κλητική νανοβιταμίνη νανοβιταμίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

νανοβιταμίνη < νανο- + βιταμίνη

  Ουσιαστικό επεξεργασία

νανοβιταμίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία