• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μωρομάντηλο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μωρομάντηλο τα μωρομάντηλα
      γενική του μωρομάντηλου των μωρομάντηλων
    αιτιατική το μωρομάντηλο τα μωρομάντηλα
     κλητική μωρομάντηλο μωρομάντηλα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
μωρομάντηλο < μωρ(ό) + -ο- + μαντήλ(ι) + -ο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μωρομάντηλο ουδέτερο

  • άλλη γραφή του μωρομάντιλο

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    μωρομάντηλο
  • → δείτε τη λέξη μωρομάντιλο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μωρομάντηλο&oldid=5254912"
Τελευταία επεξεργασία στις 20 Σεπτεμβρίου 2021, στις 05:14

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 20 Σεπτεμβρίου 2021, στις 05:14. Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας