μυριάποδο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /mi.ɾiˈa.po.ðo/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μυριάποδο ουδέτερο
- Ομοταξία ειδών που έχει ως κύριο χαρακτηριστικό το μεγάλο αριθμό ποδιών τους.
- To συγκεκριμένο μυριάποδο έχει μήκος μόλις 3,3 εκατοστά, διαθέτει όμως 600 πόδια, περισσότερα από κάθε άλλο μυριάποδο.
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μυριάποδο
|