Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μπετόχρωμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
μπετόχρωμα
τα
μπετοχρώμα
τ
α
γενική
του
μπετοχρώμα
τ
ος
των
μπετοχρωμά
τ
ων
αιτιατική
το
μπετόχρωμα
τα
μπετοχρώμα
τ
α
κλητική
μπετόχρωμα
μπετοχρώμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μπετόχρωμα
<
μπετόν
+
-ο-
+
χρώμα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μπετόχρωμα
ουδέτερο
χρώμα
κατάλληλο για
εφαρμογή
σε
μπετόν
, με
αντοχή
σε δύσκολες εξωτερικές συνθήκες
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μπετόχρωμα