μπερδεμένα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μπερδεμένα < μπερδεμένος + -α
Επίρρημα επεξεργασία
μπερδεμένα
Συνώνυμα επεξεργασία
Αντώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
μπερδεμένα
|
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
μπερδεμένα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μπερδεμένος