μπάρα εργαλείων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
μπάρα εργαλείων θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
μπάρα εργαλείων
→ δείτε τη λέξη γραμμή εργαλείων |
μπάρα εργαλείων θηλυκό
→ δείτε τη λέξη γραμμή εργαλείων |