Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

με το αζημίωτο, → δείτε τις λέξεις με και αζημίωτος

  Έκφραση επεξεργασία

με το αζημίωτο

  • επιρρηματική φράση που δείχνει ότι θα υπάρξει κάποια ανταμοιβή, συνήθως οικονομική
    η δουλειά θα γίνει και με το αζημίωτο


Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία