Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μεταλλισμός οι μεταλλισμοί
      γενική του μεταλλισμού των μεταλλισμών
    αιτιατική τον μεταλλισμό τους μεταλλισμούς
     κλητική μεταλλισμέ μεταλλισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μεταλλισμός < μεσαιωνική ελληνική μεταλλισμός[1] < αρχαία ελληνική μέταλλον

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μεταλλισμός αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  1. μεταλλισμός - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)