Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μεταιχμιακό σύστημα < → δείτε τις λέξεις μεταιχμιακός και σύστημα

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

μεταιχμιακό σύστημα ουδέτερο

  • (ιατρική) (ανατομία) σύνολο δομών του ανθρώπινου εγκεφάλου που σχετίζεται με τα συναισθήματα, τη συμπεριφορά και τα κίνητρα
    ※  Η ερευνητική ομάδα τονίζει ότι όταν λαμβάνουμε μια απόφαση… στο φτερό, ουσιαστικώς ακολουθούμε το ένστικτό μας. Αυτή η αρχική, αυθόρμητη αντίδραση πηγάζει από το μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου που είναι εξελικτικώς το πιο… ηλικιωμένο και πιο απλό τμήμα του, το οποίο εμπλέκεται στα συναισθήματα, στη συμπεριφορά και στα κίνητρα. Ωστόσο κατά την εφηβεία το μεταιχμιακό σύστημα συνδέεται και επικοινωνεί με τον υπόλοιπο εγκέφαλο με διαφορετικό τρόπο σε σύγκριση με την ενήλικη ζωή. Το αποτέλεσμα είναι ότι πολλοί έφηβοι είναι πιο ευάλωτοι σε επικίνδυνες συμπεριφορές (Θεοδώρα Τσώλη, «Η εφηβική “τρέλα” ξεκινά από τον εγκέφαλο», Το Βήμα on-line (2 Απριλίου 2014)· πρόσβαση: 2020-08-02)

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία