μετά χαρᾶς
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
μετὰ χαρᾶς
- μετά χαράς, πολύ ευχαρίστως
- ※ 5ος/4ος↑ αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Ἱέρων, 1.25 @scaife.perseus
- οὗτός ἐστιν ὁ μετὰ χαρᾶς πιμπλάμενος
Συνώνυμα επεξεργασία
- χαρᾷ (δοτική ενικού)
Συγγενικά επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ χαρά - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.