Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μεσογειακός κυκλώνας οι μεσογειακοί κυκλώνες
      γενική του μεσογειακού κυκλώνα των μεσογειακών κυκλώνων
    αιτιατική τον μεσογειακό κυκλώνα τους μεσογειακούς κυκλώνες
     κλητική μεσογειακέ κυκλώνα μεσογειακοί κυκλώνες
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μεσογειακός κυκλώνας < → δείτε τις λέξεις μεσογειακός και κυκλώνας, (απόδοση) αγγλική medicane• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /me.so.ʝi.aˈkos ciˈklo.nas/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

μεσογειακός κυκλώνας αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία