μελλοντικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /me.lon.diˈkos/
Επίθετο
επεξεργασίαμελλοντικός, -ή, -ό
Συγγενικά
επεξεργασία- μελλοντικά
- → δείτε τις λέξεις μέλλον και μέλλω
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία- μελλοντικός χρόνος: χρόνος του ρήματος που αναφέρεται στο μέλλον
- Υπώνυμα: μέλλων / μέλλοντας στιγμιαίος, μέλλων / μέλλοντας εξακολουθητικός, συντελεσμένος μέλλων / μέλλοντας