• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

μελιτζανί

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μελιτζανί τα μελιτζανιά
      γενική του μελιτζανιού των μελιτζανιών
    αιτιατική το μελιτζανί τα μελιτζανιά
     κλητική μελιτζανί μελιτζανιά
όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

μελιτζανί < μελιτζάν(α) + -ί

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /mε.lid.za.ˈni/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

μελιτζανί ουδέτερο

  • το χρώμα της μελιτζάνας
    μελιτζανί (χρώμα):   

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη μελιτζάνα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    μελιτζανί
  • αγγλικά : eggplant (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μελιτζανί&oldid=4061477"
Τελευταία επεξεργασία στις 8 Αυγούστου 2019, στις 21:13

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 8 Αυγούστου 2019, στις 21:13.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie