Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μεθοδολογικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μεθοδολογικ
ός
η
μεθοδολογικ
ή
το
μεθοδολογικ
ό
γενική
του
μεθοδολογικ
ού
της
μεθοδολογικ
ής
του
μεθοδολογικ
ού
αιτιατική
τον
μεθοδολογικ
ό
τη
μεθοδολογικ
ή
το
μεθοδολογικ
ό
κλητική
μεθοδολογικ
έ
μεθοδολογικ
ή
μεθοδολογικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μεθοδολογικ
οί
οι
μεθοδολογικ
ές
τα
μεθοδολογικ
ά
γενική
των
μεθοδολογικ
ών
των
μεθοδολογικ
ών
των
μεθοδολογικ
ών
αιτιατική
τους
μεθοδολογικ
ούς
τις
μεθοδολογικ
ές
τα
μεθοδολογικ
ά
κλητική
μεθοδολογικ
οί
μεθοδολογικ
ές
μεθοδολογικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μεθοδολογικός
<
μεθοδολογ(ία)
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
μεθοδολογικός, -ή, -ό
σχετικός με
μεθοδολογία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μεθοδολογικός