Ετυμολογία

επεξεργασία
μαθέ < μαθές < αβέβαιης ετυμολογίας, με μια θεωρία να το αποδίδει στο "μαθώς" (<μαθών)

  Επίρρημα

επεξεργασία

μαθέ

  • (λαϊκότροπο και παρωχημένο) βεβαίως, ως γνωστόν, λοιπόν

  Μεταφράσεις

επεξεργασία