μαγειρικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαμαγειρικά < μαγειρικός
Επίρρημα
επεξεργασίαμαγειρικά
- από μαγειρική άποψη, με μαγειρικό τρόπο (όχι ιδιαίτερα δοκιμο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία μαγειρικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαμαγειρικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μαγειρικό