Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λετονικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
λετονικ
ός
η
λετονικ
ή
το
λετονικ
ό
γενική
του
λετονικ
ού
της
λετονικ
ής
του
λετονικ
ού
αιτιατική
τον
λετονικ
ό
τη
λετονικ
ή
το
λετονικ
ό
κλητική
λετονικ
έ
λετονικ
ή
λετονικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
λετονικ
οί
οι
λετονικ
ές
τα
λετονικ
ά
γενική
των
λετονικ
ών
των
λετονικ
ών
των
λετονικ
ών
αιτιατική
τους
λετονικ
ούς
τις
λετονικ
ές
τα
λετονικ
ά
κλητική
λετονικ
οί
λετονικ
ές
λετονικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
λετονικός
<
Λετονός
, απλοποιημένη γραφή του
Λεττονός
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
λετονικός, -ή, -ό
που κατάγεται από τη
Λετονία
ή ανήκει ή αναφέρεται στη χώρα αυτή και τους κατοίκους της
Συγγενικά
επεξεργασία
λετονικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λετονικός
αγγλικά
:
Latvian
(en)
γαλλικά
:
letton
(fr)
γερμανικά
:
lettisch
(de)
ισπανικά
:
letón
(es)
ιταλικά
:
lettone
(it)
ολλανδικά
:
Lets
(nl)
πολωνικά
:
łotewski
(pl)
πορτογαλικά
:
letão
(pt)
ρωσικά
:
латышский
(ru)
,
латвийский
(ru)