λεπτά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαλεπτά < λεπτός
Επίρρημα
επεξεργασίαλεπτά
Μεταφράσεις
επεξεργασία λεπτά
|
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαλεπτά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του λεπτό
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαλεπτά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του λεπτό