λαβυρινθώδης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- λαβυρινθώδης < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαλαβυρινθώδης -ης -ες
- που μοιάζει με λαβύρινθο
- (μεταφορικά) που ακολουθεί πολύπλοκες διαδρομές
- λαβυρινθώδες μυθιστόρημα
Μεταφράσεις
επεξεργασία λαβυρινθώδης
|