Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

λάθε βιώσας < λανθάνω + βιόω, βιῶ

  Έκφραση επεξεργασία

λάθε βιώσας

  • το να περνάς τη ζωή σου απαρατήρητος, χωρίς να επιδιώκεις την προβολή

  Μεταφράσεις επεξεργασία