Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈko.zmus/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κό‐σμους

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

κόσμους: < κόσμος (με κώφωση του καταληκτικού -ος)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κόσμους

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

κόσμους: κλιτικός τύπος

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

κόσμους αρσενικό



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

κόσμους αρσενικό