Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κόμμα εξουσίας < → δείτε τις λέξεις κόμμα και εξουσία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

κόμμα εξουσίας θηλυκό

  • (πολιτική) το κόμμα το οποίο έχει αρκετά μεγάλη εκλογική δύναμη ώστε να κυβερνά τη χώρα ή να έχει την προοπτική της εξουσίας

  Μεταφράσεις επεξεργασία