κτιριακά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
κτιριακά
Μεταφράσεις επεξεργασία
κτιριακά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
κτιριακά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κτιριακός